ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ

Ιστορία της Αγοράς του Χρυσού

1676: Μετά την εγκατάστασή του στο Λονδίνο από το Άμστερνταμ, ο Μόουζες Μοκάτα αρχίζει συνεργασία με την Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών για τη μεταφορά χρυσού στην Ινδία. Η εταιρεία που δημιούργησε, ο παλαιότερος «παίκτης» της αγοράς πολύτιμων μετάλλων του Λονδίνου, έχει εξελιχθεί στη ScotiaMocatta, τμήμα σήμερα της Bank of Nova Scotia.

1717: Ως επικεφαλής του Βασιλικού Νομισματοκοπείου, ο Ισαάκ Νεύτων έθεσε την τιμή για τον χρυσό στις 4,75 λίρες ανά ουγγιά, η οποία διατηρήθηκε σχεδόν για δύο αιώνες. Σήμερα η τιμή του χρυσού είναι στις 1.033 λίρες.

1732: Με τον όγκο του χρυσού που διακινείται στο Λονδίνο να αυξάνεται, η Bank of England ανοίγει το πρώτο θησαυροφυλάκιο για χρυσό της πόλης. Τότε τα 2/3 της παραγωγής χρυσού του κόσμου περνούσαν από το Λονδίνο.

1817: Το Βασιλικό Νομισματοκοπείο παράγει τις πρώτες χρυσές λίρες, αντικαθιστώντας τη γκινέα, ένα νόμισμα που αντιστοιχεί σε 1/4 της ουγγιάς χρυσού.

1871: Η Bank of England αρχίζει να δέχεται μπάρες των 400 ουγγιών (από των 200 που δεχόταν προηγουμένως), θέτοντας ένα στάνταρ που χρησιμοποιείται και σήμερα- για να ανταποκριθεί στη ζήτηση από κεντρικές τράπεζες της Ευρώπης για τα αποθέματά τους.

1897: Ο ορισμός του πρώτου σημείου αναφοράς για το ασήμι γίνεται στο γραφείο της Sharps & Wilkins στο Λονδίνο. Η καθημερινή διαδικασία που χρησιμοποιείται από εμπόρους, εταιρείες εξόρυξης χρυσού και κοσμηματοπώλες για το εμπόριο και τον ορισμό τιμών θα έμενε σε μεγάλο βαθμό αμετάβλητη για πάνω από έναν αιώνα.

1919: Αντίστοιχα ορίζεται σημείο αναφοράς για τον χρυσό για πρώτη φορά (gold fixing). Οι συναντήσεις γίνονταν σε ένα δωμάτιο στα γραφείο της N.M. Rothschilds & Sons, μέχρι το 2004, οπότε η διαδικασία άλλαξε σε τηλεδιάσκεψη.

1934: Οι ΗΠΑ ορίζουν τον χρυσό στα 35 δολάρια ανά ουγγιά, με την αρμόδια αμερικανική υπηρεσία να αγοράζει μεγάλες ποσότητες χρυσού σε αυτή την τιμή.

1985: Το London Metal Exchange έκλεισε την αγορά χρυσού του μετά από μόλις τρία χρόνια εξαιτίας έλλειψης εσωτερικών επενδυτών και γενικότερου ενδιαφέροντος.

1987: Η Bank of England ιδρύει την LBMA, τη διεθνή ένωση εμπορίου που εκπροσωπεί και επιβλέπει την αγορά χρυσού και αργύρου του Λονδίνου.

2014 και 2015: Το ασήμι έγινε το πρώτο πολύτιμο μέταλλο το fixing του οποίου άρχισε να γίνεται με ηλεκτρονική δημοπρασία, μετά την απόσυρση της Deutsche Bank AG από το παλιό τηλεφωνικό σύστημα, εν μέσω μιας γενικότερης απόσυρσης από τον χώρο των εμπορευμάτων (commodities). Οι έλεγχοι σχετικά με τον ορισμό των benchmarks εντάθηκαν μετά από περιπτώσεις χειραγώγησης των επιτοκίων Libor. Τα fixings για την πλατίνα, το παλλάδιο και τον χρυσό αντικαθίστανται επίσης από νέες ηλεκτρονικές δημοπρασίες.

2016: Το LME, το World Gold Council και μια ομάδα τραπεζών ανακοινώνουν ότι θα εισάγουν κεντρικά ελεγχόμενα futures (συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης) μέσα στο πρώτο μισό του επόμενου έτους. Χωριστά, η LBMA επιλέγει την εταιρεία τεχνολογίας Boat Services για την ανάπτυξη μιας υπηρεσίας trade reporting με σκοπό την αύξηση της διαφάνειας στην αγορά.